- Πέλοψ
- Πέλοψ: Pelops, son of Tantalus, father of Atreus and Thyestes, gained with his wife Hippodamīa, the daughter of Oenomaus, the throne of Elis, Il. 2.104 ff.
A Homeric dictionary (Greek-English) (Ελληνικά-Αγγλικά ομηρικό λεξικό). 2010.
A Homeric dictionary (Greek-English) (Ελληνικά-Αγγλικά ομηρικό λεξικό). 2010.
Πέλοψ — masc nom/voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Πέλοψ — οπος ὁ Α μυθ. επώνυμος ήρωας τής Πελοποννήσου, γιος τού βασιλιά τής Φρυγίας ή τής Λυδίας Ταντάλου και τής Κλυτίας ή τής Ευρυάνασσας, αδελφός τής Νιόβης και τού Βροτέα. [ΕΤΥΜΟΛ. Βλ. λ. πελιδνός] … Dictionary of Greek
Πέλοψ (-πας) — Πρόσωπο της ελληνικής μυθολογίας, επώνυμος ήρωας της Πελοποννήσου. Γιος του Ταντάλου και της Κλυτίας ή Διώνης, υπήρξε ο γενάρχης των Πελοπιδών. Ενώ ήταν ακόμα παιδί, κατακρεουργήθηκε από τον πατέρα του, ο οποίος παράθεσε τα μέλη του σε συμπόσιο… … Dictionary of Greek
Пелопс — (Πέλοψ) сын Тантала, брат Ниобы, царь и национальный герой Фригии и затем Пелопоннеса. Будучи мальчиком, П. был предложен в пищу небожителям, собравшимся на пир у Тантала; но боги поняли обман и воскресили П., причем съеденная часть плеча была… … Энциклопедический словарь Ф.А. Брокгауза и И.А. Ефрона
Πέλοπα — Πέλοψ masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Πέλοπες — Πέλοψ masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Πέλοπι — Πέλοψ masc dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Πέλοπος — Πέλοψ masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Πέλοψι — Πέλοψ masc dat pl (epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Πέλοψιν — Πέλοψ masc dat pl (epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Pelops — In Greek mythology, Pelops (Greek Πέλοψ, from pelios : dark; and ops : face, eye), king of Pisa in the Peloponnesus, was venerated at Olympia, where his cult developed into the founding myth of the Olympic Games, the most important expression of… … Wikipedia